Σάββατο 20 Ιουλίου 2013

Νοημοσύνη και εμπιστοσύνη


'Η ανθρώπινη λογική, η κοινή λογική, δεν είναι αρκετή για να ζήσουμε σωστά. Αν εμπιστευθούμε μόνο τη νοημοσύνη μας, ο Θεός μας 'εγκαταλείπει': "Βγάλτε τα πέρα μόνοι σας, αφού τα ξέρετε όλα". Αν θέλουμε να Τον ακολουθήσουμε και να συμμορφωθούμε με κάποιον λόγο, ακόμη κι αν αυτός μας φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι είναι αντίθετος στην κοινή λογική, αν έχουμε εμπιστοσύνη σ' Αυτόν, ο Ίδιος ο Θεός θα τακτοποιήσει τα πράγματα με έναν τρόπο θετικό για μας. Έτσι, θα είναι φρόνιμο να μην έχουμε υπερβολική εμπιστοσύνη στη δική μας νοημοσύνη. Το μυστήριο της υπακοής είναι αληθινά μια πλευρά από τις πιο σοβαρές, γιατί έτσι θα μπορέσουμε να φθάσουμε στη σωτηρία μας, όντως έτοιμοι, όπως λέει η προσευχή, να λέμε: "Γενηθήτω το θέλημά Σου".
[Γέροντος Σωφρονίου, ομιλίες υπό έκδοση]

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Λογισμοί και προσευχή



‘Όταν ένας λογισμός μας εγγίσει, αν έχουμε την πληροφορία ότι δεν αρμόζει με το πνεύμα του Ευαγγελίου, αρνούμαστε να τον δεχθούμε. Είναι καλύτερα να μη κάνουμε διάλογο με τους λογισμούς, αλλά να τους διώχνουμε.
…Μόλις κάποιος αρχίζει να προφέρει το Όνομα του Χριστού, ένα πλήθος λογισμών επιτίθεται. Συνήθως αυτές οι επιθέσεις αποκαλύπτουν το περιεχόμενο του είναι μας. Κατά την ώρα της προσευχής αγωνιζόμαστε ενάντια σε όλες τις εικόνες, όλα τα πάθη και τις μέριμνες, για να προφέρουμε το όνομα του Χριστού με καθαρό νου.
            …Αν κάποιος δεχθεί επίθεση λόγω ελλείψεως συμπάθειας προς κάποιον, η καλύτερη μέθοδος είναι να μη σκέπτεται γι’ αυτό, αλλά να προσεύχεται. Έτσι, ούτε η εικόνα του άλλου προσώπου ούτε ο τρόπος εκδίκησης ούτε η αιτία αυτής της αντιπάθειας θα βρίσκονται μπροστά του. Με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή με το να μη δεχόμαστε την εικόνα του πάθους αυτού, μπορούμε να υπερβούμε το πάθος του μίσους’. 
 [Γέρων Σωφρόνιος, ομιλίες υπό έκδοση]

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Χρυσοστομικά


Πολλὰ τὰ κύματα καὶ χαλεπὸν τὸ κλυδώνιον· ἀλλ' οὐ δεδοίκαμεν, μὴ καταποντισθῶμεν· ἐπὶ γὰρ τῆς πέτρας ἑστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλῦσαι οὐ δύναται· ἐγειρέσθω τὰ κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τὸ πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει. Τί δεδοίκαμεν, εἰπέ μοι; Τὸν θάνατον; Ἐμοὶ τὸ ζῇν Χριστὸς, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος. Ἀλλ' ἐξορίαν, εἰπέ μοι; Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ, καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς. Ἀλλὰ χρημάτων δήμευσιν; Οὐδὲν εἰσηνέγκαμεν εἰς τὸν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδὲν ἐξενεγκεῖν δυνάμεθα· καὶ τὰ φοβερὰ τοῦ κόσμου ἐμοὶ εὐκαταφρόνητα, καὶ τὰ χρηστὰ καταγέλαστα. Οὐ πενίαν δέδοικα, οὐ πλοῦτον ἐπιθυμῶ· οὐ θάνατον φοβοῦμαι, οὐ ζῆσαι εὔχομαι, εἰ μὴ διὰ τὴν ὑμετέραν προκοπήν. ∆ιὸ καὶ τὰ νῦν ὑπομιμνήσκω, καὶ παρακαλῶ τὴν ὑμετέραν θαῤῥεῖν ἀγάπην.

Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Η παραβολή του Ασώτου κι εμείς


Έχει άμεση σχέσι η παραβολή αυτή με τον Θεό Πατέρα και την ιστορία της ανθρωπότητας, που χαρα­κτηριστικά χωρίζεται σε δύο μέρη, σε δύο γιους.
     Εμείς που βρισκόμαστε; Ποιόν αντιπροσωπεύαμε;
     Δεν είναι εύκολο να πούμε. Είναι επικίνδυνο βιαστικά να απαντήσωμε· αυτό μας διδάσκει η παραβολή.
     Ο νεώτερος υιός από την αρχή, που ζήτησε στανικά το επιβάλλον μέρος της ουσίας (και ποιος του είπε ότι είχε δικαίωμα να κάμη κάτι τέτοιο;), μέχρις ότου δαπανήση τα πάντα, και γίνη ισχυρός λιμός σ' όλη τη μακρινή χώρα, και πεθάνη της πείνας αυτός και οι πολίτες της χώρας εκείνης... Μέχρις ότου γί­νουν όλα αυτά, ήταν ζαλισμένος, δεν ήταν στα καλά του, ήταν εκτός εαυτού. Δεν μπορούσε να διακρίνη, να καταλάβη τί έκανε. Μόνο μετά από όλα αυτά «ήλθεν εις εαυτόν».
     Αρα, αν βρισκώμαστε στην κατάστασι αυτή του νεώτερου γιου, πριν έλθη εις εαυτόν, σημαίνει ότι είμαστε στην πραγματικότητα εκτός εαυτών και δεν ξέρομε που βρισκόμαστε, τι μας γίνεται, τι αντιπροσωπεύαμε. Ή και αν νομίζωμε ότι ξέρομε -που συ­νήθως νομίζομε- πέφτομε έξω. Και μόνο αν έλθωμε εις εαυτούς κάποτε, με τη βοήθεια του Θεού, θα ανακαλύψωμε τη φτώχεια και τη γυμνότητά μας.
     Αλλά και ο πρεσβύτερος υιός δεν είναι λιγότερο εκτός εαυτού. Ή καλύτερα, αυτός δεν παρουσιάζεται ποτέ στην παραβολή να έρχεται εις εαυτόν, δηλαδή να έρχεται προς τον Πατέρα, να αισθάνεται και να ομο­λογή με τη ζωή και τη συμπεριφορά του την ανθρώ­πινη αδυναμία. Αλλά ψεύδεται και αλλοφρονεί: Κάνει πεισματικά το θέλημά του -«ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν»- και νομίζει ότι έχει όλο το δίκιο με το μέ­ρος του. Ενώ κρίσις δικαία είναι εκείνου που δεν κά­νει το δικό του θέλημα αλλά μόνο το θέλημα του ουρανίου Πατρός.
     Αυτοδικαιώνεται με τα λόγια του και ταυτόχρονα αναιρείται με τη διαγωγή του, αποδεικνυόμενος κενός οιηματίας, ξένος προς το ήθος του ουρανίου Πα­τρός.
     «Τοσαύτα έτη δουλεύω σοι»: Υπολογίζει τον χρό­νο, την κτίσι όχι την αιωνιότητα, την άκτιστη χάρι, που μια ροπή κάνει θεολόγο τον ληστή που μετανοεί.
     Κατηγορεί τον αδελφό του για ασωτεία και ανταρσία και ο ίδιος δεν υπακούει στον πατέρα του. Ενώ διαλαλεί τη διαρκώς άψογη στάσι του -«ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον»- την ίδια στιγμή όχι εντολή αυστηρή για δουλειά αρνείται, αλλά παράκλησι πα­τρική για συμμετοχή σε οικογενειακή χαρά καταπα­τεί.
     Άρα, δεν είναι εύκολο μόνοι μας να πούμε που βρισκόμαστε, γιατί μπορεί να πέφτωμε έξω, μπορεί να είμαστε εκτός εαυτών και να μην το ξέρωμε, να μην το αντιλαμβανώμαστε.
     Τί φοβερό να είσαι τόσο μακριά, ενώ βρίσκεσαι μέσα στο σπίτι! Και το ακόμη φοβερότερο, να εφαρμόζης τις εντολές και να μην καταλήγης στη γεύσι του μόσχου του σιτευτού, να μη γίνεσαι δαιτυμών λαμ­πρός του μεγάλου Συμποσίου που προσφέρεται «υπέρ της Οικουμένης».


[Αρχιμ Βασιλείου, Προηγουμένου Ι.Μ. Ιβήρων
Η παραβολή του Ασώτου Υιού. Ι. Μ. Ιβήρων 2007]