«Από δω που σας βλέπω, αδέρφια μου, σε μια πιθαμή από τον χάρο, πόσο απορώ για την τρέλλα που μας ρίχνουνε τα πάθη μας! Άνθρωπε βλογημένε, φάγε και πιες με μέτρο, δίχως ν’ αρπάχνεις τ’ αλλουνού το μερίδιο, ζήσε με την απαιτούμενη ανάπαυση, φχαρίστησε τον Κύριο, βγάλε από πάνω σου την ψώρα της περηφάνειας, και να δεις πως η ζωή μας θα χάσει την αγριότητά της. Τι μαλλώνετε για τα πολιτικά, για τα λεφτά, για τα αξιώματα, για τις εξουσίες, και φαρμακώνετε τη ζωή σας; Όλοι είμαστε καταδικασμένοι, μελλοθάνατοι... Ο καθένας μας ας είναι αγαπητός στα μάτια του άλλου, γιατί είναι και κείνος μελλοθάνατος σας κι αυτόν. Το κορμί, ‘η πολύμοχθος σαρξ’, που γι’ αυτή κάναμε τον κόσμο κόλαση, πόσο θα βαστάξει; Δόστε προσοχή στην ψυχή, σ’ αυτόν τον αθάνατο θησαυρό, και τότε, και το σώμα σας θα ανακουφισθεί και θα γεμίσει από ευφροσύνη. Σηκώστε τα χέρια σας που τα κουνάτε περήφανα, σηκώστε τα ψηλά, και παρακαλέσετε τον Κύριο, γιατί άλλη σωτηρία και βοήθεια δεν υπάρχει απ’ αυτόν. Παρατείστε τις ψευτιές, τα ξεγελάσματα και τις ψευτοπαρηγοριές...»
[Φ. Κόντογλου, Η δίψα της αγάπης. Από τη συλλογή ‘Μυστικά Άνθη’, Εκδόσεις Αστήρ 1977, σ. 91. Ο συγγραφέας γράφει μετά από τροχαίο ατύχημα που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου