‘Είπε ο Δανιήλ στον Ναβουχοδονόσορα: Βασιλιά, εσύ κοίταζες, και είδες μπροστά σου ένα άγαλμα μεγάλο, με φοβερή όψη. Το άγαλμα είχε κεφάλι από καθαρό χρυσάφι, χέρια και στήθος και μπράτσα ασημένια, κοιλιά και μηρούς χάλκινους, κνήμες σιδερένιες, και πόδια μισά σιδερένια και μισά πήλινα. Κοίταζες ώσπου αποσπάσθηκε ένας βράχος από κάποιο βουνό χωρίς χέρι ανθρώπου και χτύπησε το άγαλμα πάνω στα πόδια τα σιδερένια και πήλινα, και τα έκανε σκόνη. Και τότε διαλύθηκαν δια μιας ο πηλός, το σίδερο, ο χαλκός, το ασήμι, το χρυσάφι, κι έγιναν σαν τη σκόνη στο θερινό αλώνι. Και τα πήρε ο άνεμος και τα σκόρπισε και δεν βρέθηκαν πουθενά. Κι ο βράχος που χτύπησε το άγαλμα έγινε βουνό μεγάλο και κάλυψε όλη τη γη. Αυτό είναι το όνειρο, και θα πούμε στο βασιλιά την εξήγησή του. Ο Θεός του ουρανού θα στήσει μια βασιλεία που δεν θα καταστραφεί στον αιώνα, και η βασιλεία αυτή δεν θα υποταγεί σε κανένα άλλο λαό. Και θα αυξηθεί στους αιώνες με τον τρόπο που είδες ότι αποσπάσθηκε βράχος από το βουνό χωρίς χέρι ανθρώπινο, και διέλυσε τον πηλό, το σίδερο, τον χαλκό, το ασήμι, το χρυσάφι. Ο μεγάλος Θεός γνωστοποίησε στον βασιλιά όσα πρόκειται να γίνουν στο μέλλον, και το όνειρο είναι αληθινό, και η εξήγησή του αξιόπιστη’.
[Δανιήλ 2: 31-36, 44-45].
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου